Γιατί πληρώνουμε ακριβά το λάδι (και) στην Ελλάδα

0
68

Του Γιώργου Λαμπίρη

Πληγή για τις πωλήσεις ελαιολάδου στην Ελλάδα αποτελεί η αύξηση των τιμών κατά υψηλό διψήφιο ποσοστό, όπως προκύπτει από στοιχεία της εταιρείας μετρήσεων αγορών στα εγχώρια σούπερ μάρκετ, Circana, που έχει στη διάθεσή του το Capital.gr. Οι έντονες αυξήσεις στο ελαιόλαδο διαδέχτηκαν τις αυξήσεις που προηγήθηκαν στα σπορέλαια, τα οποία είχαν επηρεαστεί από τη διαταραχή της εφοδιαστικής αλυσίδας και της παραγωγής που προκάλεσε η πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία. Ωστόσο για το ελαιόλαδο ο κύριος λόγος που διατάραξε την παραγωγή και διάθεσή του είναι η κλιματική αλλαγή και κατ’ επέκταση η μειωμένη παραγωγή σε μεγάλες χώρες παραγωγής όπως η Ισπανία και η Ιταλία και φυσικά η Ελλάδα. Ειδικότερα, πηγές της αγοράς που σχετίζονται με μία από τις ισχυρές βιομηχανίες τυποποίησης ελαιολάδου αναφέρουν ότι η κατάσταση που έχει προκύψει στο ελαιόλαδο σχετίζεται άμεσα με την ελλειμματική παραγωγή ελιάς στη Μεσόγειο, που αγγίζει το 50%. Γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθούν σημαντικά οι τιμές καθότι η ζήτηση παρέμεινε στα ίδια επίπεδα με τα προηγούμενα χρόνια, ωστόσο λόγω της ελλειμματικής παραγωγής δεν ήταν δυνατόν να καλυφθεί αποτελεσματικά. Οι τιμές βέβαια δεν αυξήθηκαν μόνο στη χώρα μας αλλά και σε άλλες μεσογειακές – παραγωγικές χώρες.

Τα στοιχεία της αγοράς
Με βάση τα στοιχεία της Circana έως και τον Μάιο του 2023, οι πωλήσεις ελαιολάδου σε τεμάχια μειώθηκαν κατά 10,7% σε σύγκριση με τον Μάιο του 2022, ενώ για την ίδια περίοδο οι πωλήσεις ελαιολάδου ιδιωτικής ετικέτας μειώθηκαν κατά 14%. Η τιμή μονάδας για την ίδια χρονική περίοδο στο ελαιόλαδο αυξήθηκε κατά 59%, ενώ στην ιδιωτική ετικέτα ελαιολάδου κατά 21,7%. Μειωμένος ήταν όμως και ο τζίρος για το ελαιόλαδο στο ίδιο χρονικό διάστημα κατά 5,3%. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ωστόσο αυξημένος ήταν ο τζίρος για το ελαιόλαδο ιδιωτικής ετικέτας κατά 4,6%, γεγονός που οφείλεται στην σημαντική αύξηση της τιμής που προαναφέραμε. Πρόκειται ωστόσο για ποσοστά που αυξήθηκαν κατά πολύ στο υπόλοιπο του 2023 και συνεχίζουν να κινούνται ανοδικά. Με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή ένα τετράλιτρο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο σε τενεκέ, να κοστίζει στο ράφι ενός σούπερ μάρκετ 48 έως και 50 ευρώ, όταν πριν από περίπου δυόμισι χρόνια στοίχιζε περίπου 25 ευρώ κατά μέγιστο.

Αυτή τη στιγμή η τιμή πώλησης ανά λίτρο στο ράφι ξεκινάει από τα 12 και φτάνει έως και τα 13 ευρώ για ένα παρθένο ελαιόλαδο, ενώ για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο που αποτελεί την υψηλότερη κατηγορία ποιότητας στο προϊόν, η τιμή ξεκινάει από τα 14 ευρώ και ανεβαίνει. Οι ίδιες πηγές ωστόσο κάνουν λόγο για μία συγκυριακή εικόνα, καθότι το ελαιόλαδο αποτελεί ένα προϊόν commodity. Επισημαίνουν πάντως ότι η φυσιολογική τιμή έναρξης για το παρθένο ελαιόλαδο θα έπρεπε να είναι στο ράφι αυτή τη στιγμή μεταξύ των 8 έως και 9 ευρώ το λίτρο. Ας σημειωθεί ότι τα παραγωγικά δεδομένα στην Ελλάδα στη σεζόν 2023-2024 έφεραν εκτός της μείωσης των ποσοτήτων ελιάς κατά 50%, την ταυτόχρονη υποβάθμιση της ποιότητας του καρπού.

Εξορθολογισμός τιμών για τους παραγωγούς
Από την άλλη πλευρά η άνοδος των τιμών ήρθε να εξορθολογήσει τις τιμές που απολάμβαναν οι παραγωγοί καθότι τα προηγούμενα 5 ή 6 χρόνια η τιμή πώλησης στο παρθένο ελαιόλαδο ήταν στα 2 έως και 3 ευρώ το λίτρο – εξαιρετικά χαμηλή και μη ικανή να καλύψει το κόστος παραγωγής – και η τιμή ραφιού στα 4-5 ευρώ ανά λίτρο. Θυμίζουμε ότι κατά περίπτωση η τιμή παραγωγού σήμερα κινείται πάνω από τα 8 ευρώ το λίτρο και μπορεί να υπερβεί τα 10 ευρώ, αναλόγως την ποιότητα του προσφερόμενου προϊόντος, τις συνθήκες της αγοράς και τους κανόνες τις διαπραγμάτευσης των τιμών κατά περίπτωση.

Μεγαλύτερη χώρα παραγωγής στον κόσμο αποτελεί η Ισπανία, όπου επίσης οι ποσότητες έχουν μειωθεί σημαντικά. Ταυτόχρονα τόσο η Ιταλία όσο και η Ιταλία προμηθεύονται τις ποσότητες που τους λείπουν ή προσπαθούν να το πράξουν, έχοντας αυξήσει τις ποσότητες που αγοράζουν από την Ελλάδα, γεγονός που προκαλεί περαιτέρω έλλειμμα και αύξηση τιμών στην εγχώρια αγορά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ισπανία κινήθηκε κοντά στα επίπεδα των 750.000 τόνων για τη σεζόν 2023-2024, ενώ οι φυσιολογικές ποσότητες παραγωγής της κινούνται υπό άλλες συνθήκες περίπου στα 1,4 εκατομμύρια τόνους. Προοδευτικά μάλιστα σύμφωνα με στελέχη ελληνικής αγοράς ελαιολάδου η Ισπανία μπορεί τα επόμενα χρόνια να φτάσει ακόμα και τα 2 εκατομμύρια τόνους σε ποσότητες παραγωγής ελαιολάδου, λόγω των νέων φυτεύσεων ελαιόδεντρων που συμβάλουν στην αύξηση της παραγωγής. Γεγονός όμως που μπορεί να δημιουργήσει νέες πιέσεις και αναταράξεις στην αγορά, καθότι η παγκόσμια ζήτηση δεν είναι ικανή να απορροφήσει τόσο μεγάλη ποσότητα παραγωγής ελαιολάδου από τους Ισπανούς και επομένως οι ποσότητες που θα περισσέψουν θα πρέπει να πουληθούν φθηνότερα.

Ισχυρό πλήγμα από νοθεία και “μαύρη” διακίνηση
Μεγάλα προβλήματα όμως για την Ελλάδα δεν παύουν να αποτελούν η νοθεία του ελαιολάδου, με σκοπό να πωλείται φθηνότερα κατά περίπτωση έναντι του ανόθευτου και καθαρού προϊόντος αλλά και η αδήλωτη – “μαύρη” διακίνηση ελαιολάδου σε τενεκέ, δύο συνθήκες που πλήττουν ανεπανόρθωτα την εγχώρια αγορά. Παράγοντες ωστόσο που σχετίζονται εν πολλοίς με την κουλτούρα των Ελλήνων καταναλωτών και το γεγονός ότι αρκετά σπίτια διατηρούν ιδιοπαραγωγή και εκθλίβουν ελαιόλαδο για τις οικογενειακές ανάγκες και όχι μόνο, καθώς στη δεύτερη περίπτωση κάποιοι με μη ελεγχόμενη και μη πιστοποιημένη παραγωγή, απλά με οικιακή παραγωγή, κερδίζουν κι εκείνοι με τη σειρά τους από την εκτόξευση των τιμών.

Του Γιώργου Λαμπίρη
πηγή: capital.gr